Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Έκτωρ Κακναβάτος – Σχέδιο για άλλοθι


Έκτωρ Κακναβάτος – Σχέδιο για άλλοθι


ΑΥΛΙΔΑ - ΣΧΟΛΙΟ

Εστί ουν τραγωδία μίμησις πράξεως

σπουδαίας και τελείας...

Αριστοτέλης

Σου 'λαχε να δεις τέτοια απανεμιά πριν το χαμό

όπως η γόμωση οβίδας;

Κάποιος ρωτούσε για πού θα κινούσανε τα πλοία

Γιατί κατάπεσε ο άνεμος

Γιατί σα χύμηξε ο χαλκός ίσα στο λαιμό της

τον είπαν πετεινό

πού τη σφάξανε;


...κι οι θάμνοι γύρω σαστισμένοι

βουβαμένο κόλυβο ύπνωνε τη χούφτα

το σκυλί απόμακρο αυτοπυρπολήθηκε


στο γιαλό ακούστηκαν πατούσες·

είπαν, η ψυχή της που έφευγε

Και τότες — χίλιοι ταύροι —

από τον ανοιγμένο της λαιμό σηκώθηκε

ούριος άνεμος

—Αχαιοί, στα πλοία...


Αν όχι τίποτ' άλλο

κι αν σακατεύτηκαν κι αν δεν έμεινε σανίδα

απ' τα καράβια

κι αν η Τροία

«και Πρίαμος και λαός ευμελίοιο Πριάμοιο»

αν όλα πήγαν κατ' ανέμου

τουλάχιστον αυτό: η σφαγή χρησίμεψε

να είναι αλάθητος ο λόγος σου

να 'σαι κι ελόγου σου για Νόμπελ Σταγειρίτη.

Κάποιος ρωτούσε αν προβλέπεται

ποινική παρακαμπτήριος

για αθλιότητες δεδοξασμένων.


ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΑΛΛΟΘΙ

Το σκυλί μου κόπια του όγδοου αιώνα

κομμένο στα τέσσερα

μ' άλλους σακατεμένους κώδικες

λέω να το πουλήσω για πατατόσπορο


έχω παιδιά να θρέψω

θέλει πισσόχαρτο η στέγη μου

θέλει καλαμπόκι το κοτέτσι

θέλουν τα ποντίκια μου τυρί

την Πτολεμαία Κλεοπάτρα θέλω στο στρώμα μου

και βρέχει


ΠΕΡΙ ΤΕΛΕΙΑΣ ΚΑΥΣΕΩΣ

Κάποτε το σκαθάρι βαριεστά

σου γυρνά τις πλάτες κι αλαργεύει

ότι δεν του πάει η μεταφυσική

μόνο η κιθάρα του κι ένας σβώλος κοκκινόχωμα

ίσα να κλείσει η εμπατή

να κλειστεί βαθιά εκεί κάτω

να μη μαθαίνει

και μόνο σαν έρθει ο καιρός

απάνω να διαβαίνουν τα νερά

και στην ευλογημένη λάσπη να βουλιάζουνε τα κάρα

ν' ακούει να θυμάται.


ΑΙΘΑΛΟΜΑΖΑ

Πέφτανε μπαμπάκια ματωμένα απ' το φεγγάρι

Μπηγμένες μπαντερίγιες στα μηλίγγια του ο τορέρο

ανέβαινε ψηλά με τα ποδήλατα του αγέρα


Λάμπες φθορίου κατέβαζε ο Ρίο Έμπρο

οι μπαταρίες σβήνανε στο sanyo

δεν σ’ άκουα πια

που τραβούσες ανατολικά με τις ομίχλες

Παρμενίωνα γεροπεισματάρη…

έτσι κάτω απ’ τις μαρκίζες

σάπιζεν ο αύγουστος.


(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πολιτιστική, τ. 17, σελ. 34).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου